- κατασταθήσονται
- καθίστημιset downfut ind pass 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υπακοή — η / ὑπακοή, ΝΜΑ [υπακούω] 1. το να υπακούει κανείς, ευπείθεια (α. «υπακοή στους νόμους» β. «διὰ τῆς ὑπακοῆς τοῡ ἐνὸς δίκαιοι κατασταθήσονται οἱ πολλοί», ΚΔ) 2. εκκλ. τροπάριο που αναγιγνώσκεται ή ψάλλεται στο τέλος τής τρίτης ωδής τού κανόνος,… … Dictionary of Greek